Τι είδαμε στο Australian Open 2016
Ο Στάθης Χαριτωνίδης, αναλύει στη στήλη του "THE COACH" στο tennisnews.gr, μερικές σκέψεις του από το πρώτο Grand Slam της χρονιάς, το Australian Open. Η "ηχηρή" δήλωση της Μαρίας Σάκκαρη, η συνέπεια του Στέφανου Τσιτσιπά, οι τελικοί στα δύο μεγάλα τουρνουά, καθώς και τα δύο πρόσωπα του Djokovic.
Η εμφάνιση της Μαρίας Σάκκαρη
Στο πρώτο νομίζω που θα πρέπει να σταθούμε είναι η πολύ καλή εμφάνιση μιας ελληνίδας. Η Μαρία Σάκκαρη πέτυχε μια επίδοσή και μια απόδοση που την κάνουν να ελπίζει. Ξεπέρασε ψυχολογικά όρια, φτάνοντας για πρώτη φορά στον 2ο γύρο ενός Grand Slam και στο τελευταίο παιχνίδι είχε μια πολύ καλή απόδοση και ένα πολύ καλό σκορ. Κάτι που την έκανε να φύγει από έναν αγώνα με μια πολύ καλή παίκτρια με αυξημένη την ψυχολογία της. Όλο αυτό μπορεί να αποτελέσει μια κρίσιμη στιγμή στην πορεία της.
Στέφανος Τσιτσιπάς
Πολύ σημαντική είναι η σταθερότητα της απόδοσής του. Ο Στέφανος, έχει καταφέρει να αποφύγει δυσάρεστες εκπλήξεις σε μια μεγάλη σειρά από σημαντικά τουρνουά. Ίσως να του μένει η πίκρα - τώρα πια που ξεκινάει και σαν ένα από τα φαβορί - για το ότι δεν καταφέρνει να ολοκληρώσει και να κερδίσει κάποιο από όλα αυτά. Η σταθερότητά του όμως, ίσως τελικά αποδειχθεί πιο σημαντική στον μακρύ δρόμο που έχει μπροστά του.
Ο τελικός των γυναικών
Χωρίς ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό παιχνίδι, η Κerber απέδειξε για ακόμη μια φορά ότι το τένις μπορεί να είναι και πιο απλό. Δεν είπα εύκολο (πολλές φορές τα μπερδεύουμε αυτά τα δύο).
Επιλέγοντας μια σωστή τακτική, κατάφερε να μείνει σταθερή στην ένταση και να κερδίσει ένα παιχνίδι από τα λάθη της αντιπάλου της. Χαρακτηριστικό τα 46 αβίαστα λάθη της Williams. Ενδεικτικό επίσης του πόσο καλά και έξυπνα έπαιξε η Κerber, είναι το γεγονός ότι είχε διπλάσια κερδοφόρα χτυπήματα (25) από αβίαστα λάθη (13).
Απλά και έξυπνα λοιπόν απέδειξε μια βασική παραδοχή: «δεν γίνεται να κερδίζεις πάντα μόνο εκβιάζοντας», χρειάζεται και κάτι ακόμα κάποιες φορές, και η Williams πολλές φορές όταν το παιχνίδι δεν «τρέχει σαν τρελό», παραμένει καταστροφικά εμμονική στο να εκβιάζει σχεδόν όλες τις μπάλες. Στην ερώτηση λοιπόν πως γίνεται κάποια να νικήσει την Serena; Η απάντηση είναι απλή. Κάνοντας την να χάσει.
Τα δύο πρόσωπα του Djokovic
Πολύ συχνά ακούγεται αυτή η απορία. Πώς γίνεται ένα παιχνίδι με έναν «ευκολότερο» αντίπαλο να καταλήγει δυσκολότερο από ένα παιχνίδι με κάποιον «δυσκολότερο» αντίπαλο; Πώς γίνεται ο Djokovic να δυσκολεύεται τόσο πολύ με τον Gilles Simon και να κερδίζει σχετικά εύκολα στον ημιτελικό τον Federer και στον τελικό τον Murray;
Αυτό που θέλω να παρατηρήσω εδώ, είναι ότι υπάρχει μια λανθασμένη αντίληψη για το τι είναι εύκολο και τι δύσκολο. Τα παιχνίδια με την μεγαλύτερη ψυχολογική πίεση, είναι αυτά που λέμε ότι «πρέπει οπωσδήποτε να κερδηθούν» (must win matches).
Τα παιχνίδια αυτά συνήθως είναι με αντιπάλους που ναι μεν είναι χειρότεροι, αλλά όχι τόσο χειρότεροι που ό,τι και να γίνει θα κερδίσω. Αντίπαλοι δηλαδή που ξέρω ότι αν και θεωρητικά είναι χειρότεροί μου θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να με κερδίσουν.
Όλο αυτό είναι πολύ δύσκολο από ψυχολογικής πλευράς, γιατί στα παιχνίδια αυτά δεν έχω τίποτε να κερδίσω αλλά πάρα πολλά να χάσω. Ταυτόχρονα για τον αντίπαλο, το ίδιο παιχνίδι δεν έχει ψυχολογική πίεση. Έχει πολλά να κερδίσει και τίποτα να χάσει. Έτσι συχνά απελευθερώνεται και αποδίδει καλά.
Όλα αυτά μαζί κάνουν τον φόβο «μήπως συμβεί το απευκταίο» να κάνει την εμφάνισή του. Είναι πολύ λογικό λοιπόν οι παίκτες να είναι νευρικοί και να μην μπορούν - ειδικά στην αρχή του παιχνιδιού - να απελευθερωθούν και να αποδώσουν σύμφωνα με τις δυνατότητές τους . Το παιχνίδι λοιπόν μπορεί εύκολα να «μπλέξει», διατηρώντας την νευρικότητα και την ανασφάλεια σε ψηλά επίπεδα.
Όταν τώρα οι παίκτες φτάσουν στα λεγόμενα μεγάλα παιχνίδια, η ψυχολογία αλλάζει. Τώρα πια δεν παίζουν για να μην χάσουν, αλλά για να κερδίσουν. Οι μεγάλοι αγώνες είναι συνήθως πιο εύκολοι ψυχολογικά καθώς δεν φοβίζει τόσο πολύ η ήττα και έτσι η απόδοση συχνά είναι πολύ καλύτερη.
Ο τελικός των ανδρών
Οι δύο παίκτες έχουν σχεδόν τον ίδιο τύπο παιχνιδιού και όταν ανταγωνίζονται δύο παίκτες με το ίδιο παιχνίδι συνήθως η νομοτέλεια επιβεβαιώνεται. Όποιος παίξει καλύτερα θα κερδίσει. Κατά κάποια έννοια όποιος παίζει καλύτερα τη συγκεκριμένη περίοδο και ξεκινά ως φαβορί λογικά θα κερδίσει, γιατί στα παιχνίδια αυτά δεν δημιουργούνται καταστάσεις εκτός κανονικότητας για την αντίληψη του ενός ή του άλλου. Δεν υπάρχουν στιγμές που οι παίκτες να νοιώθουν άβολα με αυτά που συμβαίνουν μέσα στο γήπεδο.
Δεν συμβαίνουν παράξενα για αυτούς πράγματα, που θα μπορούσαν να αλλάξουν δραματικά τις ισορροπίες.
Αλλά πέραν όλων των τεχνικών θεμάτων, δεν μπορείς να κερδίσεις έναν κρίσιμο αγώνα αν δεν καταφέρεις να παίξεις καλά στα κρίσιμα σημεία του. Είναι μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα για όλα τα σπορ και θα μπορούσε αυτό το παιχνίδι να είναι η εικόνα της.
Δεν είναι σε καμία περίπτωση άγνωστοι, είναι το Νο. 1 και το Νο. 2 στον κόσμο. Παίζουν μεταξύ εδώ και πάρα πολύ καιρό. Έχουν παίξει σε επαγγελματικό επίπεδο 32 φορές!
Ο Murray έχει κερδίσει μόνο σε εννέα από αυτές, αλλά έχει κερδίσει και κρίσιμα ματς. Ακόμα και 3-0 στον τελικό του Wimbledon το 2013. Για κάποιο λόγο όμως, δείχνει σαν να αποδέχεται ότι παίζει με έναν καλύτερό του. Μοιάζει πιο πολύ να ελπίζει, παρά να πιστεύει.
Το λογικό λοιπόν θα ήταν ο Murray ως «outsider» να επιχειρήσει περισσότερες τακτικές εκπλήξεις. Να κάνει κάτι που ίσως δεν θα το περίμενε ο Djokovic. Αλλά δεν είδαμε να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το παιχνίδι ξεκίνησε και τελείωσε όπως ξεκίνησε. Από την αρχή μέχρι το τέλος το ίδιο τένις. Από την αρχή μέχρι το τέλος φαβορί ο Djokovic.
Για τον Djokovic το παιχνίδι ξεκινάει με μια σχετικά αυξημένη ψυχολογική πίεση. Για αυτόν έχει μια ιδιαίτερη σημασία πέραν του ότι είναι ο τελικός. Είναι σε μια σχετικά μεγαλύτερη πίεση καθώς θέλει να ισοφαρίσει το ρεκόρ του Roy Emerson με τα 6 Australian Open, αλλά πολύ περισσότερο τα 11 Grand Slams του Rod Laver – στην Rod Laver arena τι καλύτερο – και του Bjorn Borg. Θα το παραδεχθεί άλλωστε και ο ίδιος στην συνέντευξη τύπου. «Το είχα λίγο μέσα στο μυαλό μου, προσπαθούσα να μην το σκέφτομαι πολύ…», θα πει.
Δεν δείχνει να ξεκινάει πολύ άνετος και διαλέγει να σερβίρει (!!) όταν κερδίζει το στρίψιμο του κέρματος. Εν συνεχεία το επιβεβαιώνει, κάνοντας τρία συνεχόμενα αβίαστα λάθη στο πρώτο game και ενώ το σκορ είναι 30-0 στο σερβίς του. Αλλά ο Murray δεν τολμάει και στο επόμενο game δέχεται break. Εν συνεχεία χάνει και το δεύτερο service game του!!!
Το παιχνίδι ξεκινάει λοιπόν με φαβορί τον Djokovic και εξελίσσεται ακόμα χειρότερα για τον Βρετανό, καθώς ο Murray δεν έχει κερδίσει ποτέ τον Djokovic χάνοντας το πρώτο σετ. Παρ' όλα αυτά όμως, καταφέρνει και στέκεται όρθιος για όλο το δεύτερο αλλά και το τρίτο σετ. Πότε κάνοντας υπερβάσεις και πότε βοηθούμενος και λίγο από τον Σέρβο. Τελικά όμως αυτοκαταστρέφεται και στα δύο σετ. Χάνει το τελευταίο service game του 2ου σετ με break από 40-0 και το tie break του 3ου με δύο double faults. Σε κάθε κρίσιμη στιγμή «λυγίζει» και πολύ λογικά χάνει.
Θα μπορούσαμε ίσως να του δώσουμε κάποιο ελαφρυντικό, λόγω της οικογενειακής κατάστασης που βίωνε. Αλλά αυτό θα ήταν πιο λογικό, αν έχανε δυσκολότερα το πρώτο και πιο εύκολα τα επόμενα σετ.
Ακολουθήστε το tennisnews.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από το Τένις στην Ελλάδα.