Ο τελικός του RG με τη ματιά του Στάθη Χαριτωνίδη

 
Novak Djokovic Stan Wawrinka  Gustavo Kuerten
Novak Djokovic Stan Wawrinka Gustavo Kuerten Φωτογραφία: Youtube / Roland Garros
tennisnews team Δευτέρα, 15 Ιουνίου 2015 - 11:57

To tennisnews.gr είναι στην ευχάριστη θέση να εγκαινιάσει τη νέα στήλη του με ονομασία THE COACH και να καλωσορίσει τον κ. Στάθη Χαριτωνίδη, τον προπονητή ο οποίος δε χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις για πολλούς από εσάς. 

Για εκείνους που δε τον γνωρίζουν απλά να πούμε πως είναι ο προπονητής με την μεγαλύτερη σε διάρκεια παρουσία σε αγωνιστικές ομάδες ομίλων, από το 1985 μέχρι σήμερα, ο προπονητής  που έχει αναδείξει τους περισσότερους πρωταθλητές κατηγοριών και σε όλες τις ηλικίες την τελευταία 15ετία και ένας προπονητής με βαθειά θεωρητική γνώση καθώς έχει τελειώσει το Πανεπιστήμιο και έχει ασχοληθεί με την συγγραφή του βιβλίου που θα σας παρουσιάσουμε μέσα από τη νέα αυτή στήλη. 

Πάμε λοιπόν να καλωσορίσουμε το πρώτο του άρθρο, το οποίο αναλύει με μια άλλη ματιά τον τελικό του Roland Garros. Στο τέλος των άρθρων της στήλης αυτής θα μπορείτε να σχολιάζετε και να κάνετε ερωτήσεις στον "COACH"

Ο τελικός ανδρών του ROLAND GARROS 2015 έχει περάσει πια στην ιστορία. Έχουμε δει ένα παιχνίδι που άξιζε νομίζω από κάθε άποψη να είναι ο τελικός. Έχετε διαβάσει φαντάζομαι όλα τα ιστορικά στοιχεία, που είναι πάντα αρκετά ενδιαφέροντα. Όσοι ασχολείστε λίγο παραπάνω έχετε δει και τα στατιστικά. 

Τα στατιστικά αναμφισβήτητα  δίνουν μια συνολική εικόνα του αγώνα αλλά λένε πάντα ένα μέρος της αλήθειας. Απαντούν τελικά σε λίγα στοιχεία του παιχνιδιού και πολύ σπάνια μέσα από τα στατιστικά μπορείς να ανακαλύψεις το βασικό αίτιο της νίκης ή της ήττας.

Για παράδειγμα διαβάζουμε: 

BREAK POINTS: 
DJOKOVIC  2/10 (20%) 
WAWRINKA  4/15 (24%)

Δηλαδή τι καταλαβαίνουμε από αυτό; Απλώς ότι ο Wawrinka είχε καλύτερο ποσοστό από τον Djokovic. Δεν μαθαίνουμε όμως τι έγινε σε αυτά τα break points. 

Είναι άλλο πράγμα να δεχτεί κάποιος  καλά πρώτα σερβίς και άλλο πράγμα να χάσει  τον πόντο από ένα δικό του αβίαστο λάθος κατά την διάρκεια των ανταλλαγών. Είναι διαφορετικό να έχει παίξει διστακτικά και τελικά να δώσει την ευκαιρία στον αντίπαλο να επιτεθεί και διαφορετικό να έχει επιτεθεί βιαστικά χάνοντας μια καλή ευκαιρία.

Έχοντας λοιπόν όλα αυτά στο μυαλό μας θα προσπαθήσουμε να «διαβάσουμε» τον τελικό με λίγο διαφορετικό τρόπο και να επικεντρωθούμε στα βασικά - κατά την γνώμη μου - αίτια του αποτελέσματος. 

Το πρώτο που θα πρέπει να κάνουμε είναι να καταλάβουμε τι παιχνίδι έχουμε μπροστά μας. Για τί μιλάμε δηλαδή.  Αυτό συσχετίζεται  και με τα ιστορικά στοιχεία.

Από την μια πλευρά λοιπόν έχουμε τον Djokovic που θέλει να κερδίσει το πρώτο του Roland Garros και ταυτόχρονα να μπει στο κλαμπ αυτών που έχουν κατακτήσει και τα τέσσερα Grand Slams στην καριέρα τους. Δεν έχει κερδίσει όμως στους τελικούς που έχει παίξει μέχρι σήμερα στο Roland Garros. 

Δηλαδή αν και για τον Σέρβο η διαδικασία ενός τελικού Grand Slam είναι πιο οικεία και κατ’ επέκταση θα μπορούσε να είναι πιο ήρεμος και να έχει ένα ψυχολογικό πλεονέκτημα κατά την είσοδό του στο Philippe Chatrier,  η συγκεκριμένη κατάσταση εμπεριέχει και για αυτόν μια σχετική νευρικότητα. 

Από την άλλη πλευρά έχουμε τον Wawrinka. Παίζει τον πρώτο τελικό του στο Roland Garros, δεύτερο τελικό Grand Slam στην καριέρα του, έχοντας κερδίσει τον πρώτο πάλι απέναντι στο Νο 1 στον κόσμο.  Έρχεται από μια μεγάλη νίκη επί του Federer με 3-0  σετ, κάτι που λογικά επηρεάζει και την σκέψη του Djokovic . Ένα σημαντικό στοιχείο,  είναι ότι έχει κερδίσει όλους τους τελικούς που έχει παίξει μέχρι στιγμής σε μεγάλα τουρνουά.  

Είναι βέβαιο ότι υπάρχουν διάφοροι ψυχολογικοί τύποι. Μερικοί  αθλητές  παίζουν πολύ καλύτερα ως οutsider, ενώ άλλοι  ως φαβορί. Υπάρχουν αυτοί,  που όταν μπουν για πρώτη φορά στο κεντρικό γήπεδο για έναν τελικό φοβούνται ότι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις και «λυγίζουν», αλλά και αυτοί που αισθάνονται ότι αυτή είναι η στιγμή τους και αποδίδουν καλύτερα.  

Από την εξέλιξη του αγώνα θα κατέτασσα τελικά τον  Wawrinka στην δεύτερη κατηγορία. Έπαιξε καλύτερα στο ρόλο «οδηγού του παιχνιδιού», και σαφώς δεν «λύγισε»  υπό το βάρος των απαιτήσεων του αγώνα, παρ’όλο που  βρέθηκε να χάνει  με 1-0 σετ. Αυτό είναι ένα από τα καθοριστικά στοιχεία του τελικού και θα αναφερθούμε  σε αυτό κατά την ανάλυση του παιχνιδιού. 

Από τεχνικής και τακτικής  πλευράς τώρα, ο Djokovic  είναι ένας παίχτης που κυρίως ελέγχει το παιχνίδι, η μπάλα του περισσότερο σταματά τον αντίπαλο παρά τον πιέζει.  Κάνει winner ίσως πιο εύκολα με το Backhand στην ευθεία παρά με το forehand από την μέση του γηπέδου. Βασίζεται αρκετά στην σωματοδομή του και τα αθλητικά του  προσόντα,  παρά στην καθαρή τεχνική του. Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται εξαιρετικά δυνατός ψυχολογικά, με μια ιδιαίτερη έφεση να αποδίδει καλύτερα υπό πίεση και να  ανατρέπει δύσκολες εις βάρος του καταστάσεις. 

Νομίζω ότι αυτό είναι και το κυρίαρχο στοιχείο για την άνοδό του στο Νο 1. 

Αν θα θέλαμε να σημειώσουμε και ένα μειονέκτημα στα χαρακτηριστικά του,  θα επέλεγα την σχετικά μειωμένη αποτελεσματικότητά του από την μέση του γηπέδου. 

Από τη  άλλη πλευρά ο Wawrinka έχει τεχνικά ένα αρκετά πιο «καθαρό» παιχνίδι.  Είναι λιγότερο αθλητικός, αλλά η μπάλα του είναι πιο διεισδυτική, πιο «βαριά» και αυτό του επιτρέπει να εξισορροπεί κατά την διάρκεια των εναλλαγών το όποιο αθλητικό μειονέκτημα του.  Αναμφισβήτητα κάνει winner πιο εύκολα από τον Djokovic  αλλά ταυτόχρονα είναι λιγότερο συμπαγής. Το βασικότερο μειονέκτημα του είναι η αδυναμία του να ισορροπεί το παιχνίδι. Σίγουρα παίζει καλύτερα όταν ελέγχει την ψυχολογία και την δυναμική του παιχνιδιού,  παρά όταν πιέζεται από τον αντίπαλό του σωματικά και  ψυχολογικά. 

Με αυτά λοιπόν στο νου μας θα αναλύσουμε το παιχνίδι και θα σταθούμε στα κρίσιμα σημεία του αγώνα. 


Ο τελικός λοιπόν, ξεκινά με μία λογική ισορροπία.  

Ο μεν Djokovic ερχόμενος από έναν χαρακτηριστικό (για την επιφάνεια)ημιτελικό, φαίνεται να  ξεκινάει τον αγώνα  πιο άνετος και πιο αποφασισμένος.  Κάνει αυτό που ξέρει καλά. Ελέγχει τον ρυθμό των εναλλαγών, διατηρεί την ψυχολογική πίεση στον αντίπαλό του και κυρίως ανεβάζει την απόδοσή του στους  σημαντικότερους πόντους.

Κερδίζει πόντους κυρίως περιμένοντας τον Wawrinka να κάνει λάθη. 

Κάνει αρκετά drop shots - ίσως περισσότερα από winners- και παίρνει σχεδόν όλους τους πόντους, πιέζοντας με αυτό τον τρόπο και ψυχολογικά τον αντίπαλό του. 

Από την άλλη πλευρά ο Wawrinka παρουσιάζεται σχετικά νευρικός. Από μια άποψη, το «παρακάνει» στην προσπάθειά του να ανταποκριθεί στις  απαιτήσεις  του παιχνιδιού κάνοντας περισσότερα λάθη από winners. Ταυτόχρονα, παρουσιάζεται αναποφάσιστος. Από την μια πλευρά απαντάει στο 2ο σερβίς του Djokovic με το backhand  παίζοντας μακριά πίσω  από τη base line, κάτι που δείχνει ότι επιδιώκει μεγαλύτερη σταθερότητα και από την άλλη βιάζεται να επιτεθεί κατά την διάρκεια των εναλλαγών. 

Έτσι το 6-4 του πρώτου σετ είναι το φυσιολογικό αποτέλεσμα.

Ωστόσο ο τρόπος που μετράμε το σκορ στο τένις επιτρέπει μια νέα αρχή. 

Αν καταφέρουμε να καθαρίσουμε το μυαλό μας όλα ξεκινούν από την αρχή. 

Πιστεύω πως ο Wawrinka το καταφέρνει αυτό, ξεκινάει πάλι από την αρχή. Καθαρίζει το μυαλό του,  «μαζεύει» λίγο το παιχνίδι του και αρχίζει να παίζει πιο ισορροπημένα. 

Δε «χαρίζει» τόσο πολλούς πόντους, δεν βιάζεται,  δεν αδημονεί , δεν το παρακάνει. 

Το παιχνίδι αρχίζει να αποκτά χαρακτηριστικά που τον ευνοούν. Με το σκορ να μην τον πιέζει καθώς σερβίρει πρώτος, καταφέρνει να χαλαρώσει.  Η μπάλα του αποκτά μεγαλύτερη διεισδυτικότητα,  «στέλνοντας» σιγά σιγά όλο και περισσότερο τον αντίπαλό του πίσω από την  βασική γραμμή. Ως συνέπεια, η  μπάλα του Djokovic γίνεται πιο ρηχή. Βρίσκει πιο πολλές και καλύτερες  ευκαιρίες για να επιτεθεί. Όλα αυτά έχουν αποτέλσεμα να έχει όλο και λιγότερη ψυχολογική πίεση.Επομένως, βρίσκει τις απαραίτητες  απαντήσεις στα συνεχιζόμενα drop shots του Djokovic. Ξεπερνάει το  πρώτο ψυχολογικό εμπόδιο και ελέγχει το παιχνίδι. 

Έτσι, φτάνει νωρίς στο σετ σε μια διπλή ευκαιρία για break που μοιάζει όμως να μην μπορεί να διαχειριστεί ψύχραιμα. 

Φτάνουμε τώρα σε ένα άλλο κρίσιμο σημείο, στο δεύτερο ψυχολογικό  εμπόδιο για τον Wawrinka. Εδώ ξαναπαρουσιάζεται  αδημονών. Έχει τώρα να αντιμετωπίσει το  καλύτερο  χαρακτηριστικό του Nole. Την αυξημένη ψυχική ικανότητα στην πίεση. 

Είναι διαφορετικό να πλησιάσω και διαφορετικό να «προσπεράσω». Η στιγμή της «προσπέρασης» δημιουργεί μια επιπλέον νευρικότητα  και θα χρειαστεί μερικές ακόμα  ευκαιρίες για να το καταφέρει.  

Αυτό  που είναι κρίσιμο και μου έκανε εντύπωση είναι ότι - με όρους F1 – τελικά ο Djokovic  του «ανοίγει την πόρτα».

Μοιάζει ότι η συνεχής ψυχολογική πίεση,  οδηγεί στο λάθος τον Djokovic και όχι τον Wawrinka. Αυτό είναι ίσως λογικό, γιατί ο Djokovic πέρα από την ψυχολογική, δέχεται και την τακτική αλλά και την τεχνική πίεση.  

Έτσι, αν και ο Wawrinka σπαταλά κυρίως με δικά του λάθη 4 break points σε τρία συνεχόμενα games ,  πιέζει σταθερά όλη αυτή την ώρα τον Djokovic και  τελικά κάνει break σε ένα game που μοιάζει να είναι του Djokovic καθώς προηγήθηκε με 30-0. 

Στο game αυτό λοιπόν πραγματοποιείται κατά την γνώμη μου η καθοριστική αλλαγή ισορροπίας του τελικού. Αν και ο  Wawrinka επιτυγχάνει στο σημείο αυτό έναν εκρηκτικό συνδυασμό ενός  backhand passing shot και ενός forehand winner  από δύσκολες θέσεις ,  τελικά την πόρτα για το break ανοίγει ο Djokovic , καθώς  πάει στο φιλέ χαλαρά και λανθασμένα στο 30-0 και «χαρίζει»  έναν πόντο με ένα αβίαστο λάθος με το backhand μόλις στο δεύτερο χτύπημα του 5ου πόντου με το σκόρ στο 30-30 δίνει  την ευκαιρία στον Wawrinka για το break . 

Το παιχνίδι από εδώ και πέρα αποκτά χαρακτηριστικά περισσότερο μιας τεχνικής παρά  ψυχολογικής αναμέτρησης , κάτι που σαφώς ευνοεί τον Wawrinka.

Βρίσκει την αυτοπεποίθησή του, ξεπερνά τις αναστολές του, απελευθερώνεται, ξεδιπλώνει το παιχνίδι του όλο και περισσότερο και κυριαρχεί τεχνικά, τακτικά και κυρίως ψυχολογικά πια. 

«Σπαταλά»  δύο συνεχόμενα και τρία συνολικά break points στο 2ο game του 3ου σετ και βρισκόμενος  σε μια κατάσταση υπεραισιοδοξίας φτάνει ακόμα και στο σημείο να χάνει διανοητικά τον έλεγχο του σκορ. 

Τελικά βρίσκει την απαιτούμενη πειθαρχεία, ισορροπεί  σε όλους  τους τομείς και αποδίδει εξαιρετικά μοιάζοντας για ένα διάστημα να παίζει μόνος του.  Κάνει break και ένα εντυπωσιακό σερί πόντων 10-0 για να γίνει το σκορ 5-2. 

Αποδεικνύεται τελικά,  ότι η νευρικότητά του προερχόταν περισσότερο από την επιθυμία και την βεβαιότητά του ότι μπορεί να κερδίσει. Περισσότερο αδημονούσε παρά φοβόταν και αυτό έχει να κάνει με τον ψυχολογικό τύπο του, όπως είπαμε και στην αρχή της ανάλυσής μας. 

Από την  «θέση του οδηγού» αποδίδει καλύτερα και κλείνει το σετ σχετικά εύκολα με  6-3. 

Στην συνέχεια του παιχνιδιού και στην αρχή του 4ου σετ μοιάζει να παίζει μέχρι και «ξεχασμένα». Φτάνοντας να χάνει με 0-3. Αλλά η γλώσσα του σώματος δείχνει ότι «το πιστεύει». Ξεπερνά ένα  κρίσιμο σημείο του τελικού με εμφατικό τρόπο επιστρέφοντας στο 3-3. 

Στο ίδιο διάστημα ο Djokovic παρουσιάζεται με κάποια ταραχή. Είναι σαφές ότι έχει χάσει το συναισθηματικό του έλεγχο. Είναι σφικτός.  Τα χτυπήματά του είναι συχνά ρηχά δίνοντας στον  Wawrinka την ευκαιρία να τον πιέζει ακόμα περισσότερο. Κατά διαστήματα καταφεύγει ακόμα και σε αμφισβητούμενες τακτικές.

Συνεχίζει να κάνει αρκετά drop shots - χωρίς να είναι πλέον αυτός ένας νικηφόρος τρόπος καθως ο Wawrinka έχει βρεί πλεον τις λύσεις - και επιχειρεί  να αλλάξει το ρυθμό με κάποια serve-volley ακόμα και με δευτέρα service. 

Τακτικές  που πιθανότατα τον παγιδεύουν περισσότερο παρά  τον βοηθούν.  

Έτσι αν και φτάνει να έχει 40-0 για break στο 4-3 του 4ου σετ,  από την μια η αποφασιστικότητα, η αυξημένη αυτοπεποίθηση και η ποιότητα της απόδοσης του Wawrinka και από την άλλη η παρατεταμένη διστακτικότητα του,  σε συνδυασμό με την  αναποτελεσματικότητά του στο μισό γήπεδο, οδηγούν το παιχνίδι στο 4-4 και στην λογική (με βάση την εικόνα του αγώνα) τελική επικράτηση του Wawrinka. 

Συνοψίζοντας θα έλεγα ότι  το αποτέλεσμα ήταν δίκαιο και αντικατοπτρίζει  την  συνολική απόδοση  των αθλητών κατά την διάρκεια του αγώνα.

Κατά διαστήματα παρουσιαζόταν η εικόνα ενός καλύτερου παίκτη να παίζει με κάποιον  πιο αδύναμο και το εντυπωσιακό ήταν  ότι στο ρόλο του αδύναμου ήταν το Νο 1 κόσμου. 

Πιστεύω  ότι έτσι όπως εξελίχθηκε το παιχνίδι προβλήθηκαν σε κάποιο  βαθμό οι τεχνικές ελλείψεις του Djokovic,  που ακόμα και στο 1ο σετ ισορροπούσε επιχειρώντας περισσότερα drop shots από ότι winners, κερδίζοντας πόντους κυρίως  από τα λάθη του Wawrinka. 

Αυτή η ισορροπία χάθηκε για τον Djokovic στο υπόλοιπο του παιχνιδιού, και τελικά  δεν κατάφερε σε καμία στιγμή να επιβάλει  ένα παιχνίδι που να κάνει τον Wawrinka  να αμύνεται τρέχοντας,  υπό ψυχολογική πίεση.  

Επίσης μου κάνει εντύπωση ότι ο Djokovic δεν προσπάθησε καν να πιέσει ψηλά στο backhand σε ένα χωμάτινο γήπεδο – κυρίως με inside out forehand  - έναν παίκτη που παίζει backhand με το ένα χέρι και έχει ένα σχετικά αδύναμο για αυτό το επίπεδο backhand slice. (σε όλο σχεδόν τον αγώνα ο Wawrinka απαντούσε μακριά πίσω από τη base line όλα τα ψηλά δεύτερα σερβίς) 

Για να επιστρέψουμε από εκεί που αρχίσαμε δεν μπορείς  και ίσως δεν πρέπει να κερδίσεις έναν τελικό Roland Garros  βασιζόμενος κυρίως  στο λάθος του άλλου.  Να κερδίσεις δηλαδή ένα παιχνίδι με 30 winners και 41 unforced errors απέναντι σε έναν παίκτη με 59 winners και 45 unforced errors αντίστοιχα. 

 

 

Google News Ακολουθήστε το tennisnews.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από το Τένις στην Ελλάδα.

Tennis shots